Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

Απλα μαθηματα Σοβαρης Οικονομικης Πολιτικης

[Τρίτη άποψη] Αλλαγή κατεύθυνσης

Η λάθος συνταγή της τρόικας και η ανάγκη να τροφοδοτηθεί η ανάπτυξη

Του Σάββα Γ. Ρομπόλη

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Τρίτη 27 Μαρτίου 2012
Η Ευρώπη γνωρίζει ότι το Σύμφωνο Δημοσιονομικής Σταθερότητας έχει ελαττώματα. Και αν εκλεγεί στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές στη Γαλλία ο Φρ. Ολάντ θα το επαναδιαπραγματευθεί με τους ευρωπαίους εταίρους, δεδομένου, όπως υποστηρίζει, ότι ούτε η Γερμανία ούτε η Γαλλία από μόνες τους πρέπει να αποφασίσουν για την κατεύθυνση της Ευρώπης.
Πράγματι, η επιλογή για την Ευρώπη και ειδικότερα για τα κράτη-μέλη που δοκιμάζονται από την κρίση χρέους δεν είναι μεταξύ μείωσης του ελλείμματος και ύφεσης διά μέσου των μέτρων λιτότητας. 
 Η επιλογή είναι η ανάπτυξη και η μείωση του ελλείμματος διά μέσου της αύξησης της παραγωγικότητας. Αυτή η αλλαγή κατεύθυνσης προς την ανάπτυξη, την τεχνολογία-καινοτομία και την παραγωγικότητα συνιστά για τα κράτη-μέλη της κρίσης χρέους και για την Ευρώπη, στο πλαίσιο ενός πανευρωπαϊκού αναπτυξιακού σχεδίου, τον πιο οικονομικά αποτελεσματικό και κοινωνικά αναδιανεμητικό δρόμο για την αντιμετώπιση των ελλειμμάτων, των χρεών και της ανεργίας. Με την επιλογή αυτή, χωρίς μείωση μισθών, μειώνεται το κόστος ανά μονάδα προϊόντος και βελτιώνεται το επίπεδο ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
  Η συνεχής υιοθέτηση νέων αποδοτικότερων μεθόδων παραγωγής θα βελτιώσει την απόδοση των συντελεστών παραγωγής και την ποιότητα των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών αναβαθμίζοντας την ανταγωνιστική θέση των επιχειρήσεων (Γ. Ευδωρίδης, 2011:107).
 Αντίθετα, η μείωση των μισθών, όπως επιβάλλουν η τρόικα και οι ελληνικές κυβερνήσεις με το Μνημόνιο 1 και το Μνημόνιο 2, εκτός των άλλων, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα η ελληνική οικονομία να περιθωριοποιηθεί ακόμη περισσότερο.

Από την άποψη αυτή αξίζει να σημειωθεί ότι οι διεθνείς οργανισμοί (ΔΝΤ, ΕΚΤ, ΕΕ) και οι φορείς άσκησης της οικονομικής πολιτικής στην Ελλάδα, αντί να αναγνωρίσουν την επιστημονική και πολιτική τους ήττα για το πρόγραμμα της εσωτερικής υποτίμησης ως βασικής αιτίας της βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης, της έκρηξης της ανεργίας, της αποεπένδυσης, της επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου των μισθωτών και των συνταξιούχων κατά 40%, της πλήρους απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων κ.λπ., υποστηρίζουν ότι οι υψηλοί μισθοί συνιστούν τον κύριο λόγο της ανεργίας και του χαμηλού επιπέδου παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
 Ο ισχυρισμός αυτός δεν αποδεικνύεται για την ελληνική οικονομία, αφού το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα την περίοδο 1995-2009, συγκρινόμενο με το αντίστοιχο μέγεθος των 35 βιομηχανικών χωρών, αυξήθηκε συνολικά κατά 5% (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ) και κατά τα έτη 2010-2011 σε σύγκριση με τις 35 πλέον ανταγωνίστριες χώρες μειώθηκε κατά 3,7%, χωρίς παράλληλα να έχει βελτιωθεί το επίπεδο ανταγωνιστικότητας και να έχει μειωθεί το επίπεδο ανεργίας στην ελληνική οικονομία (Στ. Γαβρόγλου, 2012:20
Και αυτό γιατί τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων στην Ελλάδα οφείλονται κυρίως στην αδυναμία απορρόφησης τεχνολογικών, καινοτομικών, παραγωγικών και ποιοτικών παρεμβάσεων στην παραγωγική διαδικασία, προκειμένου να αντιμετωπίσουν στην εγχώρια και παγκόσμια αγορά τον διεθνή ανταγωνισμό. *
 Παράλληλα, η έρευνα (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, 2011) απέδειξε ότι οι επιχειρήσεις δεν μετακυλίουν ολόκληρη τη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας στις τιμές των προϊόντων (πληθωρισμός 2,4%, 2011).** Στις συνθήκες αυτές, μεταξύ άλλων, της σημαντικής μείωσης των μισθών, της παντελούς απώλειας του εισοδήματος (άνεργοι) και της ακρίβειας, επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο το επίπεδο ανισοκατανομής του εισοδήματος καθώς και αυτό της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών και των συνταξιούχων.

Από την άποψη αυτή, αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ στην Ελλάδα αναλογεί στους μισθωτούς το 35% του ΑΕΠ και το 65% αναλογεί στα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα, στις βόρειες χώρες της Ευρώπης αναλογεί στους μισθωτούς το 80% του ΑΕΠ και το υπόλοιπο 20% στα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα του πληθυσμού («ΤΑ ΝΕΑ», 17-18/3/2012).
 Παράλληλα, η κατάργηση, ουσιαστικά, της συλλογικότητας στις συμβάσεις εργασίας και η κυριαρχία της ατομικής σύμβασης υπό την απειλή απολύσεων μετατοπίζουν το κέντρο βάρους προσδιορισμού του μισθού και διαφοροποιούν την εννοιολογική και συμβασιακή του θεώρηση, από κόστος και εισόδημα αποκλειστικά σε κόστος των επιχειρήσεων.
 Ετσι, κατ' αυτόν τον τρόπο, ανατρέπεται η ισορροπία των παραγωγικών δυνάμεων στους χώρους εργασίας με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για το επίπεδο εισοδήματος των εργαζομένων, την ποιότητα της εργασίας και την ποιότητα της παραγωγής.
Ο Σάββας Γ. Ρομπόλης είναι καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ
Σχολιο. 
 Απλα  μαθηματα  Οικονομιας  ,ποσο  πιο απλα  μπορει  να  το  εκφρασει  καποιος  προκειμενου  να  γινει  κατανοητο;;; 
** Η  τακτικη   αυτη   ειναι  παραλλαγη  της  ΜΑΥΡΗΣ   ΑΓΟΡΑΣ......η  ο  Λυκος  στην  Αναμπουμπουλα  χαιρεται!!!!

*Κοινο  μυστικο  πως  οι  Ελληνες  Βιομηχανοι  στηριζονται  στην  δυναμικη  της  παραγωγικοτητας  των  εργαζομενων, αρνουμενοι  να  εκσυγχρονισουν  τον  εξωπλισμο  των  επιχειρησεων  τους;;;; Ουδεις  των  δηθεν  οικονομικων   αναλυτων [ λεμε  τωρα]  εχει  την παρρησια  να  θιξει  το  προβλημα  στις  ατερμονες  συζητησεις.!!!!

Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

Ενας παρεξηγημενος..........

Το λογοκριμένο μανιφέστο του Αλμπέρ Καμί όταν ήταν 26χρονος δημοσιογράφος στο Αλγέρι

Για την ελευθερία του Τύπου

Le Monde

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Τρίτη 27 Μαρτίου 2012
Είναι δύσκολο να θίξει κανείς σήμερα το ζήτημα της ελευθερίας του Τύπου χωρίς να καταγγελθεί για παραλογισμό, να κατηγορηθεί ότι είναι η Μάτα Χάρι, να θεωρηθεί ανιψιός του Στάλιν.
Ωστόσο, η ελευθερία του Τύπου είναι ένα από τα πρόσωπα της ελευθερίας και η επιμονή μας να την υπερασπιζόμαστε θα γίνει κατανοητή αν θελήσουμε να αναγνωρίσουμε πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος να κερδηθεί πραγματικά ο πόλεμος.
Ενας από τους καλούς κανόνες μιας φιλοσοφίας άξιας του ονόματός της είναι να μην αναλώνεται ποτέ σε μάταιους κλαυθμούς απέναντι σε μια κατάσταση που δεν μπορεί πια να αποφευχθεί. Το ερώτημα στη Γαλλία δεν είναι πλέον σήμερα πώς μπορεί να διαφυλαχθούν οι ελευθερίες του Τύπου. Είναι πώς, απέναντι στην καταστολή αυτών των ελευθεριών, μπορεί να παραμείνει ελεύθερος ένας δημοσιογράφος. Τα μέσα είναι τέσσερα: διαύγεια, άρνηση, ειρωνεία και επιμονή.
Η διαύγεια προϋποθέτει την αντίσταση στο δέλεαρ του μίσους και την κουλτούρα του μοιραίου. Στον κόσμο που γνωρίζουμε, είναι βέβαιο ότι τα πάντα μπορεί να αποφευχθούν. Ο ίδιος ο πόλεμος, που είναι ένα ανθρώπινο φαινόμενο, μπορεί ανά πάσα στιγμή να αποφευχθεί ή να σταματήσει με ανθρώπινα μέσα. Αρκεί να γνωρίζει κανείς την ιστορία των τελευταίων ετών της ευρωπαϊκής πολιτικής για να έχει τη βεβαιότητα πως ο πόλεμος, ο όποιος πόλεμος, έχει προφανή αίτια. Αυτή η καθαρή ματιά στα πράγματα αποκλείει το τυφλό μίσος και την απελπισία. Ενας ελεύθερος δημοσιογράφος δεν απελπίζεται και παλεύει για αυτό που πιστεύει αληθινό σαν οι ενέργειές του να μπορούσαν να επηρεάσουν την εξέλιξη των γεγονότων. Δεν δημοσιεύει τίποτε που μπορεί να υποδαυλίσει το μίσος ή να αναμοχλεύσει την απελπισία.
Απέναντι στο διογκούμενο κύμα ανοησίας, είναι επίσης απαραίτητο να αντιτάξουμε κάποιες αρνήσεις. Ολοι οι περιορισμοί του κόσμου δεν μπορούν να κάνουν ένα καθαρό πνεύμα να γίνει ανέντιμο. Με τις λιγοστές γνώσεις που διαθέτουμε για τον μηχανισμό της πληροφόρησης, είναι εύκολο να διασφαλίσουμε την αυθεντικότητα μιας είδησης. Ενας ελεύθερος δημοσιογράφος, το 1939, πρέπει να αφιερώσει σε αυτό όλη την προσοχή του. Διότι, αν δεν μπορεί να πει όλα όσα πιστεύει, μπορεί να μην πει αυτό που δεν πιστεύει ή που θεωρεί αναληθές. Μια ελεύθερη εφημερίδα κρίνεται εξίσου από αυτά που λέει και από αυτά που δεν λέει. Αυτή η αρνητική ελευθερία είναι, μακράν, η πιο σημαντική όλων. Διότι προετοιμάζει την έλευση της αληθινής ελευθερίας. Κατά συνέπεια, μια ανεξάρτητη εφημερίδα παραθέτει την πηγή των πληροφοριών της, βοηθά το κοινό να τις αξιολογήσει, απορρίπτει την προπαγάνδα, απαλείφει τα υβρεολόγια, πραΰνει με σχόλια την ομογενοποίηση των πληροφοριών και, με δυο λόγια, υπηρετεί την αλήθεια στο ανθρώπινο μέτρο των δυνάμεών της.
Και φτάνουμε έτσι στην ειρωνεία. Μπορεί κανείς να δεχθεί, θεωρητικά, πως ένα πνεύμα που θέλει και μπορεί να επιβάλει περιορισμούς είναι αδιαπέραστο στην ειρωνεία. Δεν βλέπουμε τον Χίτλερ, για να χρησιμοποιήσουμε ένα παράδειγμα ανάμεσα σε άλλα, να χρησιμοποιεί τη σωκρατική ειρωνεία. Η ειρωνεία παραμένει λοιπόν ένα άνευ προηγουμένου όπλο εναντίον των υπερβολικά ισχυρών. Συμπληρώνει την άρνηση υπό την έννοια ότι επιτρέπει, όχι απλώς να απορρίπτουμε το ψευδές, αλλά να λέμε συχνά το αληθές. Ενας ελεύθερος δημοσιογράφος, το 1939, δεν συντηρεί πολλές ψευδαισθήσεις για την ευφυΐα αυτών που τον καταπιέζουν. Είναι απαισιόδοξος όσον αφορά τον άνθρωπο. Μια αλήθεια που διατυπώνεται σε δογματικό τόνο εννέα φορές στις δέκα λογοκρίνεται. Η ίδια αλήθεια ειπωμένη ευχάριστα δεν λογοκρίνεται παρά πέντε φορές στις δέκα. Ενας ελεύθερος δημοσιογράφος λοιπόν, το 1939, είναι απαραίτητα ειρωνικός, αν και συχνά παρά τη θέλησή του. Η αλήθεια και η ελευθερία είναι απαιτητικές μετρέσες, έχουν λίγους εραστές.

Είναι προφανές πως αυτή η πνευματική στάση δεν μπορεί να συντηρηθεί αποτελεσματικά χωρίς ένα ελάχιστο επιμονής. Πολλά εμπόδια τίθενται στην ελευθερία της έκφρασης. Δεν είναι τα πιο σοβαρά που μπορούν να αποθαρρύνουν ένα πνεύμα. Γιατί οι απειλές, οι παύσεις, οι διώξεις έχουν γενικά στη Γαλλία το αντίθετο από το ποθούμενο αποτέλεσμα. Πρέπει όμως να παραδεχθούμε πως υπάρχουν εμπόδια που αποθαρρύνουν: η σταθερή ανοησία, η οργανωμένη νωθρότητα, η επιθετική βλακεία, και αυτά είναι μόνο μερικά. Να το μεγάλο εμπόδιο επί του οποίου πρέπει να θριαμβεύσουμε. Η επιμονή είναι εδώ θεμελιώδης αρετή. Με τρόπο παράδοξο αλλά προφανή, τίθεται στην υπηρεσία της αντικειμενικότητας και της ανοχής.
Ιδού λοιπόν ένα σύνολο κανόνων για τη διατήρηση της ελευθερίας ακόμα και στους κόλπους της δουλείας. Και μετά; θα ρωτήσει κάποιος. Μετά; Ας μη βιαζόμαστε. Αν κάθε Γάλλος θελήσει να προστατεύσει στη σφαίρα του ό,τι θεωρεί αληθές και δίκαιο, αν θελήσει να βοηθήσει με τον αδύναμο τρόπο του στην περιφρούρηση της ελευθερίας, να αντισταθεί στην εγκατάλειψη και να κάνει γνωστή τη βούλησή του, τότε και μόνο τότε αυτός ο πόλεμος θα κερδηθεί, με την ουσιαστική έννοια της λέξης. Η αρετή του ανθρώπου είναι να αντέξει απέναντι σε ό,τι τον ακυρώνει.

Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012

Ο Πολιτης του σημερα.......

ΑΡΘΡΟ: Τι θέλουν τα κινήματα του δρόμου;

Ο πολίτης του σήμερα, όπως και στον Μεσαίωνα, γεννιέται με χρέος, ζει με φόβο και πεθαίνει μέσα στη φτώχεια…. Και η εκπαίδευση έχει καταντήσει μια «βιομηχανία» που παράγει ό,τι απαιτεί η «αγορά»: γενιές καταναλωτών, πρώιμους οφειλέτες και δουλοπάροικους της υψηλής τεχνολογίας.

Ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του αμερικανικού πληθυσμού ενώθηκε στη Γουόλ Στριτ διαμαρτυρόμενο για «κάτι». Το Κίνημα κατά της Γουόλ Στριτ αντιγράφηκε σε όλη την Αμερική και την Ευρώπη αλλά δεν έχει ορατή ηγεσία ή ατζέντα. Αυτό το άμορφο συνονθύλευμα ετερόκλιτων πολύχρωμων προσώπων άφησε το κατεστημένο ν' απορεί και να ρωτά επιμόνως: «τι θέλουν;», «ποιος είναι ο αρχηγός τους;», «γιατί δεν μπορούμε να μιλήσουμε;»

Αυτό το «κίνημα του δρόμου» έχει πετύχει μέχρι στιγμής ένα πράγμα: απέδειξε ότι οι κυβερνώσες ελίτ είναι τόσο αποκομμένες από την πραγματικότητα που δεν μπορούν να φανταστούν τα δεινά που προκάλεσε στον απλό εργαζόμενο η προδιαγεγραμμένη οικονομική κρίση που εκείνες δημιούργησαν. Εξ ου και η αφελής ερώτηση «τι θέλουν;». Με δυο λόγια, αυτό που «εκείνοι θέλουν» είναι ένα τέλος στην εποχή της θεσμοθετημένης κλοπής, της εγκληματικής κερδοσκοπίας και της απεριόριστης απληστίας, των αγορασμένων και πληρωμένων πολιτικών, των κατασκευασμένων πολέμων, ένα τέλος στις πολιτικές καραμέλες που προσφέρονται ως λύσεις.

Οι μάζες στη Γουόλ Στριτ, την Ελλάδα, τη Γαλλία, την Ισπανία και την Ιταλία απαιτούν δικαιοσύνη στην κατανομή των πόρων, αποκατάσταση των δικαιωμάτων των πολιτών που εκλάπησαν από τους μεγαλοεπενδυτές της εκλογικής διαδικασίας, οι οποίοι είναι βαθιά ριζωμένοι στη Γουόλ Στριτ, κι ένα τέλος στην απαλλοτρίωση στην οποία προβαίνουν τα πιόνια που κατά λάθος αποκαλούμε «εθνική κυβέρνηση». Οι μάζες πιστεύουν επίσης ότι είναι προσβλητικό να επισημαίνεται ότι η αποκαλούμενη «μεσαία τάξη» φορολογείται με διπλάσιο ποσοστό από τους εκατομμυριούχους και συγχρόνως να εξακολουθούν να βλέπουν τους φόρους τους να κατευθύνονται προς τα θησαυροφυλάκια του 1% της κοινωνίας. Η «αναπτυγμένη» αμερικανική οικονομία είδε το εισόδημα του 1% να αυξάνεται κατά 275% και εκείνο των φτωχών με ποσοστό 18%.

Πώς καταλήξαμε σε αυτή τη δύσκολη θέση; Για να το πούμε απλά, είμαστε τα προϊόντα ενός εκπαιδευτικού συστήματος που επί σαράντα χρόνια παράγει περισσότερο βιομηχανικά ρομπότ παρά σκεπτόμενους πολίτες. Η ανώτατη εκπαίδευση δεν παρέχει πλέον παιδεία. Αντιθέτως, εκπαιδεύει ανθρωποειδείς προεκτάσεις των υπολογιστών ώστε να μεγιστοποιούν την παραγωγικότητα και να μειώνουν το κόστος για τις παγκόσμιες συντεχνίες χωρίς συνείδηση ή καμία πίστη. Για πάνω από τρεις δεκαετίες η αμερικανική ηγεσία διδάχτηκε το θαύμα τού «να αισθάνεσαι καλά» και όχι «να είσαι καλά» και εξήγαγε αυτό το ναρκωτικό και την πορνογραφία που παρήγαγε ως τον «υπέρτερο πολιτισμό» παγκοσμίως.

Οι μάζες έχασαν την πίστη τους στην ικανότητα των λειτουργικών θυγατρικών της τραπεζικής βιομηχανίας, που με αίσθημα φιλανθρωπίας αποκαλούμε πολιτικά κόμματα, να επιλύουν προβλήματα ή έστω να παραδέχονται ότι υπάρχουν.

Σταδιακά, όσο και ανελέητα, οι πολίτες των αποκαλούμενων «ανεπτυγμένων» χωρών αποστερήθηκαν την κυριαρχία τους. Αντιμετωπίζονται πλέον ως καταναλωτές, δανειστές, δουλοπάροικοι της υψηλής τεχνολογίας και φτηνή εργατική δύναμη. Η αποδοχή των δυνάμεων της «αγοράς» ως λύση για τα κοινωνικά προβλήματα μετέτρεψε τις κυβερνήσεις σε θυγατρικές των κεφαλαιούχων, αναθέτοντάς τους ένα διπλό καθήκον: να αστυνομεύουν τα συμφέροντα «των τραπεζικών και των δυνάμεων της αγοράς» και να παρέχουν νέες επενδυτικές ευκαιρίες παράγοντας πολέμους. Καθώς τα κράτη μετατρέπονται σε σφαγεία και τα έθνη σε επαίτες, οι τραπεζίτες αναλαμβάνουν το ρόλο των «ευεργετών».

Ξεκινώντας από τη Γιουγκοσλαβία έχουμε υπάρξει μάρτυρες της κατεδάφισης χωρών μέχρι να σωριαστούν σε ερείπια με στρατιωτικά μέσα και την εγκατάσταση διεφθαρμένων ολιγαρχών ως «δημοκρατικών ηγετών». Έχουμε υπάρξει επίσης μάρτυρες της συγκέντρωσης τεράστιας προσωπικής περιουσίας από οικονομικάριους σπουδαγμένους στο Χάρβαρντ, που ξοδεύουν τον ελεύθερο χρόνο τους ψάχνοντας για ηλιόλουστες τοποθεσίες όπου θα χτίσουν τις βίλες τους. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η ελευθερία γίνεται πολυτέλεια, ακριβώς όπως προέβλεψαν ο Τόμας Τζέφερσον και ο Αντριου Τζάκσον. Για εκείνους, οι τραπεζίτες ήταν πολύ μεγαλύτεροι εχθροί της ελευθερίας από τους στρατούς κατοχής.

Όπως στον καιρό του Μεσαίωνα, ο πολίτης των «προοδευμένων» οικονομιών τού σήμερα γεννιέται με χρέος, ζει με φόβο και πεθαίνει μέσα στη φτώχεια. Όχι πολύ παλιά, όταν οι ηγέτες είχαν μια αίσθηση δημόσιου συμφέροντος, η κοινωνική κλίμακα που καλούμε «εκπαίδευση» ήταν το μέσο της κινητικότητας προς τα επάνω. Τώρα η ανώτερη εκπαίδευση έχει καταντήσει μια «βιομηχανία» που παράγει ό,τι απαιτεί η «αγορά»: γενιές καταναλωτών, πρώιμους οφειλέτες και δουλοπάροικους της υψηλής τεχνολογίας.

Ο κύριος «καταναλωτής υψηλότερης εκπαίδευσης», γνωστός επίσης ως φοιτητής, τώρα αποφοιτά με χρέος 75.000.000 και χωρίς εργασιακές προοπτικές. Οι πανεπιστημιακοί φοιτητές έχουν συσσωρεύσει ακόμη ένα τρισεκατομμύριο δολάρια πάνω και επιπλέον των τρισ. δολαρίων των χρεών των πιστωτικών καρτών. Όχι πολύ παλιά ένας πτυχιούχος πανεπιστημίου μπορούσε να υπολογίζει σε μια αξιοπρεπή εργασία μετά την αποφοίτησή του. Μέχρι την ηλικία των τριάντα μπορούσαν να σχεδιάζουν να ξεκινήσουν οικογένεια και να αγοράσουν ένα σπίτι.

Τώρα οι απόφοιτοι φεύγουν από τα πανεπιστήμια με τεράστια προσωπικά χρέη, που καθιστούν τη δημιουργία οικογένειας και την αγορά σπιτιού απατηλά όνειρα.

Η ανισότητα έχει φτάσει σε επικίνδυνα επίπεδα τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο και εάν επιτραπεί η άνοδός της, τα θεμέλια της δημοκρατίας θα διαβρωθούν και θα εξαφανιστούν η αξιοπρέπεια και η εθνική κυριαρχία. Το κράτος θα είναι απλώς ο «εφαρμοστής» των νόμων που θα έχουν θεσπιστεί από ένα βιομηχανικό-στρατιωτικό σύμπλεγμα ασφαλείας. Οι καταληψίες της Γουόλ Στριτ και άλλων σημείων φαίνεται ότι τελικά αναγνωρίζουν ποιο είναι το διακύβευμα.

Αλλά ενώ οι διαδηλωτές στήνουν σκηνές, καταρτίζουν ατζέντες και καμουφλάρουν καλά τους ηγέτες, τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κάθονται πάνω σε μετρητά 3 τρισ. δολαρίων. Ενώ κοιμόμαστε, νέες ευκαιρίες δημιουργούνται από επιλεκτικούς πολέμους και μεταμεσονύχτιες επιδρομές των οίκων αξιολόγησης. Ενας χορός που τραγουδά τις αρετές της λιτότητας και της μιζέριας ως προϋποθέσεις της ανάπτυξης υψώνει τη φωνή του. Τα μέλη του κινήματος «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ» φαίνεται ότι διαφωνούν με το ρόλο της κυβέρνησης ως εφαρμοστή των επιχειρησιακών αποφάσεων. Αλλά προτού ενισχυθούν οι ελπίδες μας για ουσιαστική αλλαγή, η πιθανότητα είναι ότι αυτό το κίνημα μπορεί να ανοίξει το δρόμο για ήπια πτώση των άπληστων ληστών του δημόσιου πλούτου. Αυτό το έργο το έχουμε ξαναδεί.

[ΠΗΓΗ: Νικόλαος Α. Σταύρου, ομότιμος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Χάουαρντ – ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011]